Για να χαρακτηριστεί συνετή η ταχύτητα με την οποία επιλέγει να κινηθεί οδηγός αυτοκίνητης συσκευής θα πρέπει να είναι σταθερή, χωρίς έντονες αυξομειώσεις και μικρότερη των επιτρεπομένων ορίων ταχύτητας. Ο οδηγός να βρίσκεται σε συνεχή αλληλεπίδραση με το κυκλοφοριακό περιβάλλον, προσπαθώντας να μην αιφνιδιαστεί από οποιαδήποτε κατάσταση συναντήσει και να μην αιφνιδιάσει ο ίδιος την κυκλοφορία. Να είναι έτοιμος να ελαττώσει την ταχύτητα του η να ακινητοποιήσει το όχημα του έγκαιρα. Η λελογισμένη και μη εναλλασσόμενη» ταχύτητα προϋποθέτει από τον οδηγό να έχει κατανοήσει τις ειδικές καιρικές και κυκλοφοριακές συνθήκες, την κατάσταση της οδού και των οχημάτων…
Η «απροσδιόριστη εκ των προτέρων κυκλοφορία» ειδικά στο περιβάλλον των πόλεων, διαφορετικών οχημάτων, αναγκών και ταχυτήτων προϋποθέτει κανόνες μειωμένης ταχύτητας σαν απαραίτητη προϋπόθεση συνύπαρξης. Η αυξημένη ταχύτητα λειτουργεί με αποκλεισμούς, ειδική επιτήρηση και σχεδιασμό δρόμων. Ναρκοθετεί το κυκλοφοριακό τοπίο, εκβιάζει την κυκλοφορία διατάζοντας τους υπόλοιπους να ακινητοποιηθούν, το όχημα που τρέχει αναβαθμίζεται σε «κάτι σαν τροχιοδρομικό» απαιτώντας να του παραχωρηθεί χώρος. Βραχυκυκλώνοντας τις προϋποθέσεις ασφαλούς κυκλοφορίας αντιμετωπίζει την υπόλοιπη κίνηση σαν ακινητοποιημένη. Αιφνιδιάζεται, αιφνιδιάζει, δυσανασχετεί με την συνύπαρξη, οδηγεί σε πολυπαραβατικότητα…
Με δεδομένο το ότι η δυνατότητα αποφυγής μιας σύγκρουσης είναι πάντα συνάρτηση της ταχύτητας, η αυξημένη ταχύτητα μεγιστοποιεί τις επιπτώσεις των τροχαίων συγκρούσεων και σαν καταλύτης αυξάνει τις συνέπειες τους.
Εκθέτει την κυκλοφορία και αδιαφορεί για την ασφάλεια της. Διεκδικεί ασυλία για την κίνηση του πιο γρήγορου και ευέλικτου οχήματος.
Σε κάποιες περιπτώσεις όπως στην «προς τα πίσω» κίνηση ή την κίνηση σε πεζόδρομους όταν αυτή επιτρέπεται, θα μπορούσε να χαρακτηριστεί οποιαδήποτε ταχύτητα μεγαλύτερη της «σημειωτόν» υπερβολική. Σε δεδομένες συνθήκες αυξημένες ελάχιστα ταχύτητες αποδεικνύονται επικίνδυνες.
Στην νομιμοποίηση της «διήθησης» των δικύκλων, όπως θα μετονομαστεί εξευγενισμένα η «σφήνα», η προτεινόμενη ταχύτητα δεν θα πρεπε να υπερβαίνει τα 15 km/h με δεδομένες τις κοντινές πλευρικές αποστάσεις, την αδυναμία αποφευκτικού ελιγμού, το αισθητά περιορισμένο εύρος περιφερειακής ορατότητας με το οπτικό πεδίο να μεταβάλλεται σε μια ευθεία σήραγγα. Τα προτεινόμενα από το νομοθέτη όρια προδίδουν την αντίληψη ότι τα 30 km/h θεωρούνται σχεδόν σταματημένη κυκλοφορία. Φυσικά εκτός της ταχύτητας θα πρεπε να αποσαφηνιστεί αν θα ισχύουν οι κανόνες που διέπουν την προσπέραση, αν θα επιτρέπεται η από τα δεξιά προσπέραση μεγάλων οχημάτων κλπ.
Η πίεση είτε με εξαντλητικά ωράρια είτε με ηλεκτρονικές πλατφόρμες στους επαγγελματίες οδηγούς (delivery, courier, φορτηγά, λεωφορεία) για αύξηση της ταχύτητας τους είναι καιρός να κατονομαστεί και να αποδίδεται σε περίπτωση συγκρούσεων συνυπαιτιότητα στον εργοδότη για την ταχύτητα του υπαλλήλου του.
Κάποια στιγμή επίσης θα πρεπε να συζητήσουμε το κατά πόσο το δημοφιλές θέαμα του «μηχανοκίνητου αθλητισμού» επηρεάζει σαν πρότυπο προς μίμηση επιθετικές κινήσεις και συμπεριφορές και συμβάλλει στην απενοχοποίηση και τον εθισμό στην ταχύτητα.
Αναγνωρίζοντας τον πρωταγωνιστικό ρόλο της ταχύτητας το κυκλοφοριακό σκηνικό θα πρεπε να είναι προσανατολισμένο στην αποφυγή της είτε με ειδικές διαμορφώσεις των δρόμων , είτε με προτεινόμενα όρια ταχύτητας σε μεγαλύτερες του συνηθισμένου μεγέθους πινακίδες, είτε τονίζοντας τα όρια ταχύτητας συμπληρωματικά στις πινακίδες αναγγελίας κινδύνου.
Η ηλεκτρονική επιτήρηση της κυκλοφορίας να προσανατολιστεί στην τήρηση των ορίων ταχύτητας ειδικά στο περιβάλλον των πόλεων.
Σε κάθε τροχαία σύγκρουση η αυξημένη ταχύτητα αναδύεται σαν βασική αιτία της σύγκρουσης και μεγιστοποίησης των συνεπειών της. Παρ όλα αυτά στον ΚΟΚ προτείνεται επιεικής αντιμετώπιση στην παραβίαση των ορίων ταχύτητας κατά 20 km/h και 30 km/h.
Η πρόταση για αυστηροποίηση της νομοθεσίας στην παραβίαση των ορίων ταχύτητας δεν γίνεται φυσικά για να υποτιμηθεί η σοβαρότητα άλλων παραβάσεων του ΚΟΚ (αλκοόλ, είσοδος στο αντίθετο ρεύμα κυκλοφορίας, παραβίαση κόκκινου σηματοδότη και πινακίδας STOP). Απλά πρέπει να αναγνωριστεί ο πρωταγωνιστικός ρόλος της ταχύτητας στην κυκλοφορία και να την παραδεχθούμε σαν την πιο σοβαρή παράβαση των κανόνων κυκλοφορίας. Η στιγμιαία και κατά περίπτωση αυξημένη ταχύτητα και η έστω κατ’ ελάχιστο παραβίαση των ορίων να θεωρείται υπερβολική ταχύτητά και η κύρια υπαίτια στην πρόκληση τροχαίων συγκρούσεων.
Η ελεγχόμενη χρήση της ταχύτητας θα έχει ευεργετικές επιπτώσεις στην αίσθηση ασφάλειας της κυκλοφορίας, στη μείωση των επιπτώσεων των τροχαίων συγκρούσεων και θα ανακουφίσει τις πόλεις μειώνοντας τα επίπεδα όχλησης, ρύπων και θορύβου.
Φυσικά η αυστηροποίηση κάποιων διατάξεων δεν είναι αρκετή για την αντιμετώπιση της τροχαίας εγκληματικότητας αν δεν συνοδεύεται από άλλες δράσεις και προσπάθειες.
Παρ όλα αυτά θα ήταν μια καλή αρχή όταν βλέπουμε τους νομοθέτες να μην συμμερίζονται τις αγωνίες της κοινωνίας και με ποινολόγια να προσπαθούν να αποφύγουν την συζήτηση…
Κώστας Δημητρίου, οδηγός αστικού λεωφορείου, εκπαιδευτής οδηγών
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου